Η γνωμοδότηση για τα χρυσωρυχεία που θέλει να λειτουργήσει καναδική εταιρεία στη Θράκη

Συντάκτης Νewsroom 22 Νοεμβρίου, 2011 09:26

Διαβάστε παρακάτω την εισήγηση για την γνωμοδότηση επί της προμελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για το σχέδιο εξόρυξης χρυσού στο Πέραμα Έβρου, όπως παρουσιάστηκε την Παρασκευή 18 Νοεμβρίου στα μέλη του περιφερειακού Συμβουλίου Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και όπως έχει συνταχθεί από τους Δρ. Μιτέλη-Γκουτέλα και Λαζαρίδη.


Παρόλο που το Περιφερειακό Συμβούλιο απέρριψε για τρίτη φορά εν συνεχεία το σχέδιο για την εξόρυξη χρυσού η εταιρεία Χρυσωρυχεία Θράκης εξακολουθεί να πιέζει…

 

Εισήγηση

ΘΕΜΑ:  Γνωμοδότηση επί της Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για το έργο «Μεταλλευτικές Εγκαταστάσεις στο Πέραμα, Ν. Έβρου» της Χρυσωρυχεία Θράκης Α.Μ.Β.Ε.

ΓΕΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Το υπό εξέταση έργο αφορά τις μεταλλευτικές εγκαταστάσεις  που προτείνονται να κατασκευαστούν  για την εκμετάλλευση της χρυσοφόρου μεταλλοφορίας του κοιτάσματος το οποίο εμφανίζεται στην περιοχή του Περάματος της Π.Ε. Έβρου, στα ανατολικά της τεκτονικής τάφρου της Μαρώνειας. Η εν λόγω μεταλλοφορία «φιλοξενείται» εντός στρώματος όξινου ηφαιστειακού ψαμμίτη (>80% χαλαζία) και υπέρκειται ενός πακέτου ανδεσιτικών ηφαιστειακών λατυποπαγών.

Από τα αποτελέσματα των ερευνητικών γεωτρήσεων της εταιρείας προέκυψε ότι τα μέχρι σήμερα προσδιορισθέντα μεταλλευτικά αποθέματα ανέρχονται για οριακή περιεκτικότητα σε χρυσό 1 gr/tn, σε 9.378.000 τόνους με μέση περιεκτικότητα 3,20 gr/tn χρυσό (Au) και 3,75 gr/tn άργυρο (Ag), και μέση σχέση αποκάλυψης 1:0,29 (δηλαδή τόνοι στείρων ανά τόνο μεταλλεύματος ROM).

Φορέας υλοποίησης του έργου είναι η «ΧΡΥΣΩΡΥΧΕΙΑ ΘΡΑΚΗΣ Α.Β.Μ.Ε.» η οποία ανήκει στην καναδική μεταλλευτική εταιρία χρυσού Eldorado Gold Corporation.

Σύμφωνα με την Π.Π.Ε.Α. προτείνεται η εφαρμογή υπαίθριας μεθόδου εκμετάλλευσης κλειστού τύπου εκσκαφής. Η διάρκεια ζωής του μεταλλείου υπολογίζεται σε περίπου 8 χρόνια. Το έργο στοχεύει στην εκμετάλλευση του χρυσοφόρου κοιτάσματος για την παραγωγή ράβδων χρυσού/αργύρου (κράμα DORE) με περιεκτικότητα σε χρυσό ~40%.

Οι κύριες εγκαταστάσεις του έργου περιλαμβάνουν:

Α. Υπαίθριο Μεταλλείο

Β. Εργοστάσιο Επεξεργασίας Μεταλλεύματος

Γ. Χώρο Απόθεσης Τελμάτων

Η θέση που προτείνεται να λάβει χώρα η επιφανειακή εκμετάλλευση του μεταλλεύματος βρίσκεται  πάνω από 0,5 km από το οριοθετημένο δυτικό όριο του οικισμού Περάματος  και περίπου 5 km βόρεια του Θρακικού Πελάγους.

H εξόρυξη του κοιτάσματος θα γίνει με χρήση εκρηκτικών σε ποσοστό 60% των πετρωμάτων ενώ το 10% θα εξορυχτεί με μηχανική άροση και το 30% με μηχανική εκσκαφή.

Κατά την πλήρη ανάπτυξη του μεταλλείου, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ημερήσιας παραγωγής μεταλλεύματος υπολογίζεται σε 3.846 t/d ROM, που αντιστοιχεί σε περίπου 1.200.000 t/έτος ROM.


Κατηγορία αποθεμάτων

Αποθέματα σε 106t ROM

Βέβαια και δυνατά αποθέματα

(μέση περιεκτικότητα t ROM 3,20 g/t Au, 3,75 g/t Ag)

 

9,378

Στείρα εξόρυξης

(δηλ. φτωχό μετ/μα, οξειδωμένα και θειούχα στείρα)

 

2,742

Συνολικό πέτρωμα προς εξόρυξη

12,120

Σχέση αποκάλυψης (μετ/μα ROM προς στείρα)

1:0,29

Τα στείρα διακρίνονται σε οξειδωμένα και θειούχα. Με εκτιμούμενη αναλογία 18,6:1, τα παραγόμενα οξειδωμένα στείρα υπολογίζονται σε 2.602.000 τόνους, ενώ τα θειούχα στείρα υπολογίζονται σε 140.000 τόνους.

Τα στείρα προβλέπεται να αποτίθενται προσωρινά σε χωριστούς σωρούς σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους απόθεσης στα ΒΔ όρια της εκσκαφής. Ειδικότερα, προβλέπονται δύο χώροι απόθεσης κοντά στο δρόμο προσπέλασης του μεταλλείου, ένας εξωτερικός 67 στρ. για τα οξειδωμένα και το φτωχό μετάλλευμα και ένας εσωτερικά για τα θειούχα έκτασης 11 στρ. Το μεγαλύτερο μέρος των οξειδωμένων στείρων θα χρησιμοποιηθεί για τα έργα υποδομής (όπως κατασκευή εσωτερικών αναχωμάτων του χώρου απόθεσης τέλματος) και η υπόλοιπη ποσότητα για εργασίες περιβαλλοντικής αποκατάστασης των χώρων απόθεσης του τέλματος και του χώρου της επιφανειακής εκμετάλλευσης.

Κατά τις εργασίες κλεισίματος της εγκατάστασης, τα θειούχα στείρα θα μεταφερθούν και θα αποτεθούν εντός του χώρου εκσκαφής, ο οποίος στη συνέχεια θα καλυφθεί από οξειδωμένα στείρα, αργιλικό υλικό και φυτική γη προκειμένου να αποφευχθεί η άμεση έκθεση των θειούχων στείρων στην ατμόσφαιρα και στο νερό της βροχής.

Η προτεινόμενη θέση του εργοστασίου επεξεργασίας, έκτασης 143 στρ, βρίσκεται σε απόσταση 1 Km ΝΔ από τα Δυτικά όρια του οικισμού Περάματος και περίπου 0,25 km Δ του δυτικού ορίου του υπαίθριου μεταλλείου. Θα συνδέεται προς βορρά μέσω αναβαθμισμένου υφιστάμενου αγροτικού δρόμου μήκους περίπου 6 km με την εθνική οδό Θεσσαλονίκης-Καβάλας-Ξάνθης-Αλεξανδρούπολης-Ορεστιάδας.

Το εργοστάσιο έχει σχεδιαστεί για ετήσια κατεργασία 1.200.000 τόνων μεταλλεύματος, ήτοι 3.288 τόνους την ημέρα (ονομαστική 3.653 τόνους/ημέρα). Θα είναι συνεχούς λειτουργίας 24 h/d X 365 d/y με συντελεστή λειτουργικότητας 90%.

Η μέθοδος κατεργασίας του μεταλλεύματος περιλαμβάνει τα εξής στάδια:

  1. Πρωτογενής θραύση με χρήση σιαγονωτού θραυστήρα.
  2. Δευτερογενής και τριτογενής θραύση με κωνικούς θραυστήρες.
  3. Λειοτρίβηση με σφαιρόμυλο και συστοιχία υδροκυκλώνων.
  4. Εκχύλιση του λειοτριβημένου μεταλλεύματος με διάλυμα κυανιούχου νατρίου και εμφύσηση οξυγόνου, παρουσία ενεργού άνθρακα, προς ανάκτηση του χρυσού.
  5. Αποφόρτιση του ενεργού άνθρακα σε κλίνες διαλείποντος έργου, υπό συνθήκες υψηλής πίεσης και θερμοκρασίας, και ηλεκτρανάκτηση του χρυσού και του αργύρου του μεταλλοφόρου διαλύματος σε ηλεκτρολυτικά κελιά.
  6. Τήξη και χύτευση των καθόδων των ηλεκτρολυτικών κελιών για την παραγωγή του τελικού προϊόντος (ράβδοι χρυσού/αργύρου DORE)
  7. Καταστροφή των κυανιόντων που περιέχονται στον πολφό των καταλοίπων της κατεργασίας με την μέθοδο INCO.
  8. Πύκνωση του πολφού και αφύγρανσή του σε φιλτροπρέσσες.
  9. Απόθεση του αφυγραμένου τέλματος (περιεκτικότητας σε στερεά 85% κ.β.) σε ειδικά διαμορφωμένο υδατοστεγή χώρο απόθεσης.

Η προτεινόμενη θέση της εγκατάστασης διάθεσης του αφυγραμένου τέλματος βρίσκεται 400 m ανατολικά του εργοστασίου επεξεργασίας και 500 m νότια του οικισμού Περάματος, εντός λεκάνης απορροής του ανατολικού κλάδου του βορείου τμήματος του Παλιορέματος.

Προβλέπεται να έχει συνολική ωφέλιμη αποθηκευτική χωρητικότητα 6,9x106m3, από τα οποία τα 1,8x106 m3 κάτω από το επίπεδο στέψης του κύριου αναχώματος (κατάντη ανάχωμα) και 5,1x106 m3 πάνω από αυτό. Η συνολική παραγωγή αφυγραμένου τέλματος προβλέπεται σε 5,9x106 m3για τα 8 έτη λειτουργίας του έργου.

Η εγκατάσταση θα οριοθετείται από 4 αναχώματα περιμετρικά (ανάντη, κατάντη, ανατολικά και δυτικά). Το κύριο ανάχωμα (κατάντη) θα είναι ένα τυπικό ανάχωμα λιθορριπής για την κατασκευή του οποίου, όπως και για τα υπόλοιπα, προβλέπεται να χρησιμοποιηθεί υλικό προερχόμενο από δανειοθάλαμο της περιοχής απόθεσης και θα έχει στην τελική ανάπτυξή του ύψος 40 m και πλάτος στέψης 10 m, με τελικό επίπεδο στέψης 195 m α.ε.θ. Ο πυθμένας της εγκατάστασης και οι ανάντη πλευρές όλων των αναχωμάτων θα επιστρωθούν με σύστημα στεγανοποιητικών υλικών, που θα περιλαμβάνει γεωσυνθετική αργιλική επίστρωση πολύ χαμηλής διαπερατότητας της τάξης των 1x10-10m/s και γεωμεμβράνη HDPE πάχους 1,5 mm.

Για την απόθεση και συγκράτηση του αφυγραμένου τέλματος πάνω από το υψόμετρο των 195 m α.ε.θ., προβλέπεται η δημιουργία εσωτερικών αναχωμάτων κατασκευασμένων από μεταλλευτικά οξειδωμένα στείρα. Συνολικά προβλέπεται η κατασκευή 8 εσωτερικών αναχωμάτων που θα εδράζουν επί του αφυγραμένου τέλματος, με τα οποία θα ανυψωθεί η εγκατάσταση από το υψόμετρο των 195 m α.ε.θ. μέχρι το υψόμετρο των 235 m α.ε.θ. Τα αναχώματα αυτά θα έχουν πλάτος 5 m εκτός αυτού στο υψόμετρο των 225 m α.ε.θ. που θα έχει πλάτος 10 m. Έτσι στην τελική ανάπτυξή της η εγκατάσταση θα φτάσει σε ύψος 70 m από το δάπεδο της λεκάνης. Η συνολική επιφάνεια κατάληψης της προτεινόμενης εγκατάστασης διάθεσης τελμάτων συμπεριλαμβανομένων των έργων υποδομής θα είναι 347 στρ, ενώ το ανώτερο τμήμα της θα έχει επιφάνεια 103 στρ.

Επίσης, προτείνεται η κατασκευή λίμνης συλλογής υδάτων και εγκατάσταση συλλογής επιφανειακών καθαρών υδάτων στα κατάντη της εγκατάστασης.

Οι επιφανειακές απορροές καθαρών νερών βόρεια της εγκατάστασης διαχείρισης του τέλματος θα συλλέγονται μέσω αναχώματος ανάσχεσης και θα εκτρέπονται στα κατάντη μέσω υπογείου αγωγού. Οι υπόλοιπες επιφανειακές απορροές καθαρών νερών θα παροχετεύονται στα κατάντη μέσω περιμετρικών τάφρων εκτροπής. Μέρος των απορροών αυτών θα αξιοποιείται για τις ανάγκες του εργοστασίου επεξεργασίας μέσω της εγκατάστασης συλλογής επιφανειακών καθαρών υδάτων.

H λίμνη συλλογής υδάτων θα βρίσκεται στον πόδα του νοτίου αναχώματος της εγκατάστασης και θα παρέχει συνολική αποθηκευτική ικανότητα 150.000 m3. Στο χώρο αυτόν που θα στεγανοποιηθεί με στρώμα αργίλου και γεωμεμβράνη κατά τα πρότυπα του χώρου απόθεσης αφυγραμένων τελμάτων, θα εκτρέπονται οι επιφανειακές απορροές και τα στραγγίσματα του αφυγραμένου τέλματος, καθώς επίσης και οι επιφανειακές απορροές από το χώρο του μεταλλείου και του εργοστασίου επεξεργασίας. Τα νερά που θα συλλέγονται στη λίμνη θα ανακυκλώνονται μερικώς στο εργοστάσιο ενώ η περίσσεια θα αντλείται σε ψεκαστήρες στην επιφάνεια της εγκατάστασης. Για τη συγκράτηση του νερού θα κατασκευαστεί κατάντη ανάχωμα μέχρι το υψόμετρο 145 m α.ε.θ. με συνολικό ύψος 30 m.

Το νερό που θα χρησιμοποιηθεί στην παραγωγική διαδικασία θα προέρχεται:

–       Επιφανειακά νερά

–       Νερό ανακύκλωσης από τη λίμνη συλλογής υδάτων

–       Νερό από τη γεώτρηση W2R, η οποία έχει παροχή 130 m3/h και  είναι ακατάλληλο για ύδρευση και άρδευση γιατί παρουσιάζει υψηλή σκληρότητα και υψηλές συγκεντρώσεις σε χλωρικά και θειικά άλατα.

 

Η μέθοδος κατεργασίας που επιλέχθηκε σχεδιάστηκε να λειτουργήσει σε κλειστό κύκλωμα οπότε το νερό της γεώτρησης θα χρησιμοποιείται μόνο για την αναπλήρωση των συνολικών απωλειών.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

1. Επέμβαση στο φυσικό περιβάλλον

Tο έργο λόγω του είδους και του μεγέθους του θα έχει εξαιρετικά σοβαρές και μόνιμες επιπτώσεις στην μορφολογία, το τοπίο, στην αισθητική αξία της φύσης, τα οικοσυστήματα και τις χρήσεις γης της περιοχής επέμβασης.

2. Μη εφαρμογή του θεμελιώδους κανόνα της βιώσιμης ανάπτυξης

Από την εν λόγω μελέτη προκύπτει η πλήρης εξάντληση των προσδιορισθέντων μεταλλευτικών αποθεμάτων στα ευκατέργαστα οξειδωμένα πετρώματα στη θέση του έργου, γεγονός που δεν συμβαδίζει με το θεμελιώδη κανόνα της βιώσιμης ανάπτυξης.

Σύμφωνα με νομολογία του ΣτΕ (Απόφαση 772/1998) παγίως έχει γίνει δεκτό, ότι εκ του θεμελιώδους κανόνα της βιώσιμης ανάπτυξης, δηλαδή της ανάπτυξης εκείνης η οποία ικανοποιεί τις εύλογες ανάγκες της παρούσης γενεάς χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την ικανοποίηση των αναγκών των μελλουσών γενεών, προκύπτει ότι επιβάλλεται πρωτίστως η διατήρηση του φυσικού κεφαλαίου της χώρας για τη μεταβίβαση του ακεραίου στις επόμενες γενεές, ώστε να υπάρχει η επιβαλλόμενη ισότητα ικανοποιήσεως των αναγκών μεταξύ των γενεών. Στον παραπάνω θεμελιώδη κανόνα της βιωσιμότητας υπόκειται κάθε οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα συμπεριλαμβανομένης και της εξορυκτικής και μάλιστα της μεταλλευτικής. Η βιώσιμη δε μεταλλεία δεν συνίσταται απλώς και μόνον στην αποφυγήν πρόκλησης μόνιμης βλάβης στο φυσικό περιβάλλον από την εξόρυξη και στην αποκατάσταση του θιγέντος από την εκμετάλλευση χώρου του, αλλά περιλαμβάνει ιδίως την φειδωλή εξόρυξη, η οποία συναρτάται προς την σπανιότητα του μεταλλεύματος, τα συνολικά αποθέματα αυτού, την διαφύλαξη επαρκών αποθεμάτων για τις επόμενες γενεές, την αναγκαιότητα της χρήσης του μεταλλεύματος και, πάντως την διατήρηση επαρκούς αποταμιεύματος μέχρι της εξεύρεσης ανάλογης χρησιμότητας ανανεώσιμων πόρων, δεδομένου ότι η εξόρυξη μεταλλεύματος, δηλαδή πόρου μη ανανεώσιμου, αποτελεί ανάλωση φυσικού κεφαλαίου.

Η κατά τα παραπάνω εξ’ άλλου αναγκαία φειδώ κατά την εξόρυξη και αξιοποίηση του μεταλλεύματος, δεν είναι εφικτή χωρίς προηγούμενη σχεδίαση της εξορυκτικής δραστηριότητας και χωροθέτηση των μεταλλευτικών περιοχών, η οποία θα πρέπει να εναρμονίζεται προς το ευρύτερο χωροταξικό σχεδιασμό, διότι η εξόρυξη μεταλλευμάτων εντός ιδίως ευπαθών οικοσυστημάτων ενδιαφέρει όχι μόνο από την άποψη των συνεπειών της στα ευπαθή αυτά οικοσυστήματα αλλά και σε συσχετισμό προς το ευρύτερο σύστημα χρήσεων γης με τις οποίες είναι συνδεδεμένη και εξαρτημένη. Σε κάθε περίπτωση η τελευταία η εξόρυξη επιτρέπεται κάτω από αυστηρότατους όρους μόνο εάν συντρέχει μοναδικότητα και σπανιότητα του μεταλλεύματος, η χρησιμοποίηση του οποίου επιβάλλεται χάρη δημοσίου συμφέροντος υφισταμένου σε επίπεδο παραμέτρων της εθνικής οικονομίας.

3. Ασυμβίβαστο έργο με τις προτεραιότητες και τις στρατηγικές επιλογές του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού

Η εν λόγω εκμετάλλευση του χρυσοφόρου κοιτάσματος του Περάματος δεν συνάδει με το εγκεκριμένο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με την Απόφαση 29310/2003 (ΦΕΚ 1471 Β’/9-10-2003) «Έγκριση Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης» «…η εκμετάλλευση των αποθεμάτων μπορεί να είναι προβληματική για την Περιφέρεια, κυρίως για λόγους αναπότρεπτης βλάβης στο περιβάλλον. Δεν υπάρχουν οικονομικά βιώσιμες μέθοδοι αντιμετώπισης της ισχυρά οχλούσας ρύπανσης»

4. Επέμβαση σε ρέμα

Ο χώρος απόθεσης των αφυγραμένων τελμάτων προτείνεται να κατασκευαστεί εντός λεκάνης απορροής ανατολικού κλάδου του βορείου τμήματος του Παλιορέματος. Σύμφωνα όμως με την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (Αποφάσεις 1801/1995, 2163/1995) τα ρέματα αποτελούν κοινόχρηστους χώρους, επί των οποίων απαγορεύονται επεμβάσεις που θίγουν τη λειτουργία τους, όπως είναι η απορροή προς την θάλασσα των πλεοναζόντων υδάτων της ξηράς. Επιπλέον λειτουργούν ως φυσικοί αεραγωγοί, που μαζί με την χλωρίδα και πανίδα τους, αποτελούν οικοσυστήματα με ιδιαίτερο μικροκλίμα και συμβάλλουν πολλαπλώς στην ισορροπία του περιβάλλοντος. Κατά συνέπεια τα ρέματα ως στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος αποτελούν αντικείμενα συνταγματικής προστασίας (αρθ. 24 του Συντάγματος), που αποβλέπει στη διατήρηση της φυσικής τους κατάστασης και στην διασφάλιση της επιτελούμενης από αυτά λειτουργίας της απορροής των υδάτων, αποκλειόμενης κάθε εργασίας επιχώσεως ή καλύψεως.

Επιπλέον κρίνεται, ότι στη μελέτη υπάρχουν και διάφορα τεχνικά ζητήματα, τα οποία λόγω της πολυπλοκότητάς τους καθώς και των σοβαροτάτων συνεπειών που ενδεχομένως να επιφέρουν στην κατάσταση του περιβάλλοντος της άμεσης και ευρύτερης περιοχής, χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση και τεκμηρίωση τόσο από την πλευρά της μελετητικής ομάδας του έργου όσο και από ανεξάρτητη ειδική επιστημονική ομάδα.

Συγκεκριμένα τα τεχνικά θέματα που απαιτούν επιπλέον έρευνα και τεκμηρίωση είναι τα παρακάτω:

  1. Η προτεινόμενη εγκατάσταση απόθεσης των αφυγραμένων τελμάτων δημιουργεί πολύ σοβαρά ερωτηματικά ως προς την σταθερότητά της με την πάροδο του χρόνου και υπό την επίδραση των καιρικών συνθηκών και των βρόχινων νερών.

Τα εξωτερικά αναχώματα προβλέπεται να κατασκευαστούν από υλικά προερχόμενα από δανειοθάλαμο της περιοχής απόθεσης. Σύμφωνα με την μελέτη, το υλικό αυτό αποτελείται από χλωριτικούς σχιστόλιθους μέτριας αντοχής με ελαφρά φαινόμενα διάβρωσης κυρίως στα πρανή. Επομένως εγείρονται ερωτήματα για το αν αυτά τα υλικά είναι κατάλληλα για την κατασκευή των αναχωμάτων αυτών.

Υπάρχουν σοβαρότατες αμφιβολίες για την ευστάθεια των εσωτερικών αναχωμάτων που προτείνεται να κατασκευαστούν για την συγκράτηση του αποτιθέμενου τέλματος και την ανύψωση της εγκατάστασης συνολικά κατά 40 m πάνω από το επίπεδο στέψης των εξωτερικών αναχωμάτων (δηλαδή από υψόμετρο 195 m α.ε.θ. έως τα 235 m α.ε.θ.), διότι τα εσωτερικά αναχώματα, μεγάλου μήκους και πλάτους στέψης 5 m, προβλέπεται να εδράζουν πάνω στα αφυγραμένα τέλματα, των οποίων η συμπεριφορά δεν προσδιορίζεται επαρκώς. Επίσης δεν εξετάζονται οι επιδράσεις των εναλλασσόμενων καιρικών συνθηκών στο προτεινόμενο σύστημα απόθεσης του τέλματος.

Επιπλέον, το ύψος της εγκατάστασης απόθεσης των τελμάτων από τη βάση του κατάντη αναχώματος μέχρι την κορυφή θα φτάνει στην τελική ανάπτυξή της τα 80 m, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται μεγάλες κάθετες και οριζόντιες πιέσεις, οι οποίες διαχρονικά πιθανώς να μη μπορούν να συγκρατηθούν από τα αναχώματα.

Επίσης δεν τεκμηριώνεται η διαχρονική αντοχή του στεγανοποιητικού συστήματος (γεωσυνθετικής αργιλικής επίστρωσης και στεγανοποιητικής μεμβράνης HDPE 1.5mm) στη λεκάνη του χώρου απόθεσης τελμάτων, υπό το βάρος τόσο της τεράστιας μάζας αφυγραμένων τελμάτων όσο και του συστήματος των εσωτερικών αναχωμάτων.

  1. Δεν τεκμηριώνεται επαρκώς ότι από τις εκτενείς εκσκαφές και την έκθεση σε ατμοσφαιρικές συνθήκες των θειούχων μεταλλευμάτων και στείρων δεν συντρέχει κίνδυνος όξινης απορροής με επακόλουθη υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους και των υδάτων.
  2. Οι αναλύσεις για το χαρακτηρισμό του αφυγραμένου τέλματος και των λοιπών αποβλήτων ως προς τη χημική σύσταση και την τοξικότητα κρίνονται ελλειπή και μάλιστα αφορούν την παλιότερη διαδικασία επεξεργασίας τελμάτων.

Τέλος επισημαίνεται ότι η εν λόγω δραστηριότητα ενέχει σοβαρότατες μακροχρόνιες επιπτώσεις και κινδύνους στην άμεση και ευρύτερη περιοχή και θα απαιτείται οπωσδήποτε διαρκής παρακολούθηση της ποιότητας του περιβάλλοντος για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα και μετά το κλείσιμο του μεταλλείου.

Συνεπεία όλων των παραπάνω και λόγω των μη αντιστρεπτών και σοβαρών επεμβάσεων στο φυσικό περιβάλλον και πολλαπλών επιπτώσεων σε αυτό, καθώς και λόγω ασυμβατότητας τόσο με την αρχή της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης όσο και με το στρατηγικό σχεδιασμό της Περιφέρειας, όπως αποτυπώνεται στο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού, η Υπηρεσία μας γνωμοδοτεί αρνητικά επί της Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου»Μεταλλευτικές εγκαταστάσεις στο Πέραμα, Ν. Έβρου» της εταιρείας Χρυσωρυχεία Θράκης Α.Μ.Β.Ε.

 

Οι Εισηγητές

 

Δρ. Παρασκευή Μιρέλη-Γκουτέλα

Χημικός

 

Δρ. Νικόλαος Λαζαρίδης

Χημικός Μηχανικός

 


Συντάκτης Νewsroom 22 Νοεμβρίου, 2011 09:26

Δημοφιλή άρθρα

Ράδιο Έβρος TV