Πρόεδρος “κλώσα” ή φύλακας της τάξης; – Το δίκιο στις λεπτομέρειες και οι προθέσεις

Ακολουθεί “άρθρο γνώμης”, για να εξηγούμαστε, και εκφράζει την άποψη του συντάκτη. Δεδομένου ότι ως μέσο είμαστε παρόν στη σημερινή “επεισοδιακή” συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ορεστιάδας, όπως άλλωστε και σε όλες τις συνεδριάσεις, η άποψη που έχει διαμορφωθεί δεν προκύπτει από όσα απλά μεταδίδονται τηλεοπτικά, αλλά από όσα επί τόπου παρακολουθούμε – και κυρίως όσα δεν μπορεί να δείξει η κάμερα ή να καταγράψει το μικρόφωνο.
Και επίσης, άλλη μια εξήγηση, διότι προέκυψε παρεξήγηση: Είμαι βέβαιος ότι ο χαρακτηρισμός “κλώσα” του κ. Καζαλτζή προς την κ. Σέμεν δεν είχε την έννοια που εσφαλμένα εισέπραξε η κ. Γκιλιλούδη. Από τη διττή της σημασία, είναι ολοφάνερο ότι ο κ. Καζαλτζής επέλεξε την κυριολεκτική έννοια, δηλαδή ζήτησε από την κ. Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου να συμπεριφέρεται ως “κλώσα”, ίσον= πτηνό που κλωσάει τα αβγά του και φροντίζει τους νεοσσούς (δημοτικούς συμβούλους) και ουδόλως υπενόησε πως η κ. Πρόεδρος είναι “κλώσα”, ίσον= (μεταφορικά, μειωτικά) μια αφελής ή ανόητη γυναίκα. Όλο το περιεχόμενο της τοποθέτησής του οδηγεί ξεκάθαρα σε αυτό το συμπέρασμα.
Και με αυτά ως πρόλογο, για να κατανοήσετε το “κυρίως θέμα” που ακολουθεί, δείτε τα πρώτα λεπτά της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου Ορεστιάδας της 15ης Απριλίου 2025: > ΕΔΩ
Λοιπόν, η Μεγάλη Εβδομάδα στην Ορεστιάδα δεν ξεκίνησε με το αναμενόμενο κλίμα… περισυλλογής. Η συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου τη Μεγάλη Τρίτη στιγματίστηκε από ένταση, υψηλούς τόνους και – τελικά – την αποχώρηση της αντιπολίτευσης. Ήταν μια στιγμή που θύμισε σε όλους ότι, ακόμα και μέσα στη δημοκρατική διαδικασία, η διαφωνία παραμένει αναφαίρετο δικαίωμα – αλλά και ότι η πρόθεση καθορίζει τη διαφορά ανάμεσα στον “θεσμικό ρόλο” και στην “πολιτική παρεξήγηση”.
Το επίμαχο ζήτημα ήταν η μη ένταξη ενός θέματος στην ημερήσια διάταξη, όπως το πρότεινε ο επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης, Βασίλης Μαυρίδης. Το θέμα αφορούσε ένα ψήφισμα που θα καλείτο να εγκρίνει ή να απορρίψει το Σώμα, το οποίο σχετιζόταν με δημόσια ανακοίνωση των εργαζομένων του Δήμου – μια ανακοίνωση στην οποία ασκείται κριτική στη δημοτική αρχή και κυρίως στις πρακτικές του δημάρχου Διαμαντή Παπαδόπουλου και είναι ήδη γνωστή στην τοπική κοινωνία.
Ο κ. Μαυρίδης επικαλέστηκε το άρθρο 7 του Κανονισμού Λειτουργίας, υποστηρίζοντας ότι είχε δικαίωμα να ζητήσει τη συζήτηση. Αντιθέτως, η Πρόεδρος του Δ.Σ., Θεοδώρα Σέμεν, ερμήνευσε αυστηρά τον τύπο της διαδικασίας: δεν είχε στα χέρια της εισήγηση, ούτε κρίθηκε το θέμα ως κατεπείγον – και συνεπώς θεώρησε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις ένταξης στην ημερήσια διάταξη.
Εδώ όμως μπαίνει το ερώτημα: ποιος έχει τον τελικό λόγο στη δημοκρατία; Ο θεσμικός ρόλος της Προέδρου είναι αναμφίβολα σημαντικός. Δεν είναι διεκπεραιωτικός. Ορίζει τη διαδικασία, εξασφαλίζει την εύρυθμη ροή και – πολλές φορές – αναλαμβάνει το δύσκολο έργο να διαχειριστεί τις ισορροπίες. Και στην προκειμένη περίπτωση, η Πρόεδρος δήλωσε ευθέως πως «δεν είχε καμία πρόθεση να φιμώσει την αντιπολίτευση». Αντίθετα, υπενθύμισε ότι έχει δώσει επανειλημμένα βήμα λόγου και έχει σεβαστεί την αντίθετη άποψη. Και αυτό έχει τη δική του αξία, σε μια εποχή που εύκολα εκτοξεύονται κατηγορίες αλλά δύσκολα αναγνωρίζονται προθέσεις.
Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση – με έντονο λόγο και συμβολική αποχώρηση – έθεσε ένα εξίσου σημαντικό ζήτημα: ότι δεν μπορεί η κρίση της Προέδρου να λειτουργεί σαν φίλτρο για τη φωνή των μειοψηφιών. Όταν μια παράταξη επιθυμεί να θέσει ένα θέμα, ο ρόλος του Προεδρείου είναι να το διαχειριστεί, όχι να το εμποδίσει – ακόμα κι αν υπάρχουν πιθανές “τυπικές” αστοχίες στον τρόπο υποβολής του.
Ίσως λοιπόν δεν πρόκειται για σύγκρουση «νόμιμου – παράνομου», αλλά για ένα… θεσμικό ατόπημα καλών προθέσεων· για μια παρεξήγηση ρόλων δηλαδή, μέσα σε ένα πλαίσιο όπου όλοι – συμπολίτευση, αντιπολίτευση, Προεδρείο – έχουν την υποχρέωση να διασφαλίσουν τον διάλογο. Όχι την ομοφωνία – αυτό θα ήταν ουτοπικό. Αλλά το χώρο για διάλογο. Για σύγκρουση απόψεων. Για διαφωνίες με περιεχόμενο και όχι με στόμφο. Και σε αυτό το σημείο έρχεται η σαφής διαφωνία με την τακτική της αποχώρησης που ακολουθεί η αντιπολίτευση, ειδικότερα της παράταξης του κ. Μαυρίδη, όταν θεωρεί ότι θίγεται ή αδικείται. Οι δημότες με την ψήφο τους επέλεξαν να τους τοποθετήσουν όλους εκεί, στο “ναό της δημοκρατίας” του Δήμου, όπως σωστά αποκάλεσε ο κ. Καζαλτζής την αίθουσα συνεδριάσεων, για να υπάρχουν ως εκπρόσωποί τους και να υποστηρίζουν το δίκιο τους αλλά και το άδικο. Για κάθε περίπτωση. Και σε κάθε περίπτωση, η αποχή από το διάλογο, η αποχώρηση και η απουσία δεν βοηθούν στη Δημοκρατία.
Από τη μεριά του ο δήμαρχος, Διαμαντής Παπαδόπουλος, χαρακτήρισε την αποχώρηση απαξιωτικά και ειρωνικά «παράσταση εντυπωσιασμού». Αλλά σε κάθε παράσταση υπάρχει και ένα μήνυμα. Και αυτό που φάνηκε να εκπέμπεται τελικά, ήταν πως ο σεβασμός στη δημοκρατία δεν μετριέται μόνο με το ποιος μιλάει, αλλά και με το ποιος ακούγεται. Και ίσως αυτό είναι το μόνο που κατά κάποιον τρόπο θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ακραία αντίδραση της αντιπολίτευσης να αποχωρήσει∙ ότι “δεν ακούγεται”, επομένως παρούσα στα έδρανα ή απούσα, ένα και τω αυτώ.
Από τη μία η αντιπολίτευση ένιωσε να αδικείται. Από την άλλη η Πρόεδρος ένιωσε να αδικείται. Εν τέλει, μάλλον αυτό που χρειάζεται η Ορεστιάδα είναι περισσότερη κατανόηση. Ειλικρίνεια, αλλά και παραδοχές. Και κυρίως, ας αποκτήσει κάτι που φαίνεται να χάθηκε τόσο εύκολα: η πρόθεση να συνεννοηθούμε.




