Νιτρορύπανση: Αποκλεισμένοι αγρότες του Έβρου από επιδοτήσεις – Αντιμέτωποι με αυξανόμενα προβλήματα
Ένας παράδοξος αποκλεισμός αδικεί τους παραγωγούς βορείου και κεντρικού Έβρου εξαιρώντας τους από σημαντικά ποσά επιδοτήσεων – Αντιμέτωποι με συνεχώς αυξανόμενα προβλήματα οι αγρότες
Πρόκειται για την γνωστή “Νιτρορύπανση” η οποία χαρακτηρίζει περιοχές με εγγύτητα σε υγρό στοιχείο (π.χ. ποτάμια και λίμνες) και αφορά την μόλυνση των υπόγειων υδάτων από νιτρικά/αζωτούχα λιπάσματα.
Οι παραγωγοί που διαθέτουν αρδευόμενα αγροτεμάχια πλησίον τέτοιων περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί ως περιοχές Νιτρορύπανσης δικαιούνται επιδότηση στα πλαίσια μείωσης της ρύπανσης του νερού από γεωργική δραστηριότητα “Απονιτροποίηση”.
Εδώ ωστόσο στον Έβρο συναντάμε το εξής παράδοξο: οι χαρακτηρισμένες περιοχές – και οι δικαιούχοι αγρότες συνεπώς της επιδότησης – είναι στο βόρειο τμήμα, από την περιοχή περίπου του Πυθίου και βορειότερα (ως “Βόρειο Τμήμα Ποταμού Έβρου”), και έπειτα από τους Κήπους και νοτιότερα (ως “Νότιο Τμήμα Ποταμού Έβρου”), αφήνοντας εκτός ολόκληρο το κεντρικό τμήμα του νομού!
Για το ζήτημα συνομιλήσαμε με την Προϊσταμένη της ΕΑΣ Διδυμοτείχου Ειρήνη Κουφοπούλου η οποία εξήγησε στο radioevros.gr αναλυτικά την κατάσταση: “Ως περιοχές Νιτρορύπανσης ορίζουμε περιοχές χαρακτηρισμένες με μολυσμένα υπόγεια ύδατα η μόλυνση των οποίων οφείλεται και στην γεωργική δραστηριότητα με την χρήση αζωτούχων λιπασμάτων.
Στην χώρα μας υπάρχουν χαρακτηρισμένες περιοχές σύμφωνα με το Εθνικό Δίκτυο Παρακολούθησης και βάση οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία των υπόγειων υδάτων θεσμοθετούνται διάφορες δράσεις, μία από αυτές είναι και η Απονιτροποίηση που στόχος της είναι η μείωση της κατανάλωσης του νερού σε αρδευόμενα αγροτεμάχια αντικαθιστώντας υδροβόρες καλλιέργειες με ξηρικές, με επιθυμητό αποτέλεσμα να μειώνεται και η μόλυνση των υπόγειων υδάτων“.
“Ως γνωστόν ο νομός του Έβρου οριοθετείται από τον ποταμό Έβρο με όλα τα παρέβρια χωριά, δυστυχώς όμως δεν είναι όλη η περιοχή χαρακτηρισμένη Νιτρορύπανση με αποτέλεσμα να μην μπορούν όλοι οι παραγωγοί να συμμετέχουν στις δράσεις αυτές. Βάση της νομοθεσίας τουλάχιστον κάθε τέσσερα χρόνια πρέπει να επανεξετάζεται ο χαρακτηρισμός των ευπρόσβλητων ζωνών και των προγραμμάτων δράσης.
Η χαρακτηρισμένη ευπρόσβλητη ζώνη που ξεκινά από τα σύνορα της χώρας πάνω από το Ορμένιο, σταματά στο Πύθιο και ξεκινάει και πάλι περίπου στο χωριό Κήποι προσπερνώντας το Διδυμότειχο, το Αμόριο, τα Λάβαρα, το Σουφλί, το Τυχερό και όλα τα ενδιάμεσα χωριά παρόλο που βρίσκονται στις όχθες του ποταμού και περιλαμβάνονται σε Τοπικούς οργανισμούς εγγείων βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) με αρδευόμενα αγροτεμάχια.” τονίζει η κ. Κουφοπούλου.
Με μια ματιά στους χάρτες αλλά και στην επίσημη ιστοσελίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος διαπιστώνει εύκολα κανείς πως το συγκεκριμένο παράδοξο απαντάται μόνο στον Έβρο: σε όλη την υπόλοιπη χώρα οι περιοχές εντάσσονται αυτούσιες χωρίς περικοπές τμημάτων τους, πολλώ δε μάλλον όταν είναι πλησίον ενός ποταμού όπως και ο Έβρος (π.χ. στον σχετικό κατάλογο βλέπουμε τις περιοχές ποταμών ως “Σπερχειός Φθιώτιδας”, “Πάμισος Μεσσηνίας” και όχι διαιρεμένα μέρη του ίδιου ποταμού), ενώ ενταγμένες είναι και περιοχές τεράστιας έκτασης και πάλι ενιαίες όπως το θεσσαλικό πεδίο – σε μια περιοχή που επίσης έχει πληγεί από καταστροφές – ή ενοποιημένες όπως “Κάμπος Θεσσαλονίκης-Πέλλας-Ημαθίας”. Επίσης είναι χαρακτηριστική και η σύνδεση αυτών των περιοχών με τις περιοχές Natura. Είναι λοιπόν απορίας άξιο πως είναι δυνατόν ένα ποτάμι να περιέχει στο νότιο και στο βόρειο τμήμα του περιοχές με μόλυνση που χρήζουν προστασίας (“περιοχές Νιτρορύπανσης”) και το κεντρικό τμήμα του να θεωρείται “καθαρό” χωρίς ανάγκη προστασίας, πώς είναι τόσο μικρές σε έκταση αυτές οι περιοχές σε σύγκριση με άλλες χαρακτηρισμένες, και μάλιστα όλα αυτά σε ένα νομό που τον διατρέχει ο τέταρτος μεγαλύτερος ποταμός της χώρας με πλήθος παραποτάμων, ρεμάτων και προφανώς και υπογείων υδάτων, με μεγάλη έκταση Natura και με μια πρόσφατη οικολογική καταστροφή.
Όπως μας μεταφέρθηκε, σε ερωτήσεις που έχουν τεθεί παρελθοντικά σε αρμοδίους οι εξηγήσεις που δόθηκαν ανέφεραν ότι έχουν γίνει έλεγχοι και δεν έχουν βρεθεί αποτελέσματα που να αιτιολογούν την ένταξη και του υπόλοιπου κεντρικού τμήματος στις περιοχές Νιτρορύπανσης, χωρίς ωστόσο να έχει διευκρινιστεί κάτι περαιτέρω όπως πότε ακριβώς έγιναν αυτοί οι έλεγχοι και αν προηγήθηκαν ή όχι των πυρκαγιών ή αν ελήφθησαν υπόψη όλα τα δεδομένα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής εν συνόλω.
Σημειώνεται επίσης πως οι συγκεκριμένες επιδοτήσεις αποδίδουν ένα ιδιαίτερα σημαντικό ποσό για τους αγρότες της περιοχής, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις ένας αγρότης μπορεί να επιδοτηθεί στο πλαίσιο του ΠΑΑ (Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης) ακόμα και με τριπλάσιο ποσό για μια καλλιέργεια σε χαρακτηρισμένη περιοχή Νιτρορύπανσης σε σχέση με την ίδια καλλιέργεια σε μη χαρακτηρισμένη περιοχή. Άρα οι αγρότες του κεντρικού Έβρου – μιας περιοχής πολύπαθης και λόγω της περσινής πυρκαγιάς – χάνουν μεγάλα ποσά ενίσχυσης, τη στιγμή μάλιστα που η κυβέρνηση ανακοινώνει μέτρα για την ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της συγκεκριμένης περιοχής. Επίσης η κ. Κουφοπούλου κάνει γνωστό και ένα ακόμη πιθανό πρόβλημα: “δεν γνωρίζουμε ακόμα τις προϋποθέσεις του νέου μέτρου για την μείωση του αποτυπώματος του άνθρακα, εάν και αυτό όπως λέγεται, θα αφορά μόνο τεμάχια σε περιοχές Νιτρορύπανσης το μεγαλύτερο μέρος των παραγωγών θα μείνει εκτός“.
Αντιμέτωποι με ολοένα και αυξανόμενα προβλήματα οι αγρότες της περιοχής
Ωστόσο εκτός των σημαντικών ποσών που χάνουν λόγω αυτού του “παραδόξου”, οι αγρότες της περιοχής είναι αντιμέτωποι και με άλλες δυσχέρειες και αδικίες, όπως μας έκανε γνωστό η Προϊσταμένη της ΕΑΣ Διδυμοτείχου: “Οι παραγωγοί του βόρειου Έβρου καλλιεργούν σε αντίξοες συνθήκες, όσοι ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα αντιμετωπίζουν ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα, χωρίς δίκτυο άρδευσης και χωρίς αναδασμό σε πολλές περιοχές.
Έπειτα από την αλλαγή της ΚΑΠ και την κατάργηση του πρασινίσματος που αντικαταστάθηκε από τα οικολογικά σχήματα τα προβλήματα όλο και μεγαλώνουν.
Ο ηλίανθος, που είναι μια από τις κύριες καλλιέργειες των παραγωγών μας, δεν επιδοτείται ούτε με συνδεδεμένη ενίσχυση αλλά ούτε από κάποιο οικολογικό σχήμα. Έγιναν πολλές ενέργειες, στάλθηκαν πολλές επιστολές στους αρμόδιους και περιμένουμε τις ενέργειες τους. Το βαμβάκι, επίσης κύρια καλλιέργεια των παραγωγών μας και σε τεμάχια μη αρδευόμενα, απειλείται από το Monitoring αφού παίρνοντας παράδειγμα από περιοχές που εφαρμόστηκε μέχρι στιγμής, είναι λόγος μηδενισμού η μικρότερη ανάπτυξη του φυτού (σ.σ. πέρυσι στην περιοχή του Έβρου και της Θεσσαλίας δεν εφαρμόστηκε ο έλεγχος πιθανώς λόγω των καταστροφών, όπως είναι γνωστό και αναφέρουν παραγωγοί, και από φέτος είναι σε έλεγχο monitoring με τις όποιες συνέπειες θα αποφέρει αυτό).
Καταπέλτης η συζήτηση περί κατάργησης του οικολογικού σχήματος 31.1-B: Καλλιέργεια προσαρμοσμένων στις τοπικές συνθήκες ειδών και ποικιλιών, εάν οριστικοποιηθεί η κατάργηση του οικολογικού της ποικιλίας όπως το λέμε, τα 13€/στρ σύμφωνα με πληρωμή του 2023, θα μειωθεί κι άλλο το εισόδημα των παραγωγών.
Συνοψίζοντας λοιπόν για τις κύριες παραγωγές του βόρειου Έβρου σιτάρι, ηλίανθο και βαμβάκι στα ξηρικά αγροτεμάχια κανένα οικολογικό σχήμα και τα δύο εξ αυτών μόνο με συνδεδεμένη ενίσχυση, που όλοι γνωρίζουμε ότι η συνδεδεμένη στα σιτηρά, παρόλη την υποχρέωση αγοράς πιστοποιημένου σπόρου, είναι από τις μικρότερες. Η σπορά των σιτηρών έχει ξεκινήσει και οι παραγωγοί δεν ξέρουν αν τους συμφέρει να αγοράσουν πιστοποιημένο σπόρο ή εάν μπορούν να χρησιμοποιήσουν δικό τους ή μη πιστοποιημένο σε καλύτερη τιμή για να τους συμφέρει καλλιεργητικά”.
Πόσο όμως τελικά θα ωφελούσε ο χαρακτηρισμός της περιοχής ως Νιτρορύπανση;
“Εάν έπειτα από επαναξιολόγηση των ευπρόσβλητων περιοχών από τους αρμόδιους χαρακτηριστεί η περιοχή με κακής ποιότητας υπόγεια ύδατα (Νιτρορύπανση), πέρα από το περιβαλλοντικό όφελος, οι παραγωγοί του βόρειου Έβρου θα μπορέσουν να συμμετάσχουν σε περισσότερες δράσεις, να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους αλλά και το κέρδος τους που είναι το επιθυμητό αποτέλεσμα για όλους τους βιοπαλαιστές“, απαντά η κ. Κουφοπούλου καταλήγοντας: